Πολλοί θεατρολόγοι πρεσβεύουν
ότι η παράσταση δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά αναπαράσταση χωρίς
αναπαραγωγή, δηλαδή μια πράξη της οποίας το «είναι» ολοκληρώνεται αποκλειστικά
μέσα από την εξαφάνισή της. Οποιαδήποτε προσπάθεια ένταξής της στη λογική της
αναπαραγωγής, ακυρώνει την οντολογία της.
-
Aπό την ποιητική του μοντέρνου στην ποιητική του μεταμοντέρνου: εμπλουτισμένος πίνακας
Πώς ερμηνεύω τον κόσμο όπου συμμετέχω; Και τι είμαι μέσα σ’ αυτόν;
Μονολογώντας επιβιώνουμε
Ο θεατρικός μονόλογος έχει πάρει πια μορφή
επιδημίας. Τίποτα δεν τον σταματά. Κάθε θέατρο και από έναν, τουλάχιστο.
Κάποιοι βλέπονται, οι περισσότεροι όμως όχι. Το βέβαιον είναι ότι το είδος δεν
κινδυνεύει. Η ιστορία έχει δείξει
πως επιβιώνει παντός καιρού και χρήστη. Όλοι βρίσκουν και κάτι που τους
βολεύει.
Περί κριτικής και πάλι
Σε ένα σχόλιό μου στις
10/01/10, έγραφα για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η θεατρική κριτική στις
μέρες μας. Δίνω συνέχεια στο θέμα, με αφορμή τη διαμάχη που ξέσπασε στην
Αμερική ανάμεσα στους μπλόγκερ, τους παραγωγούς και τους κριτικούς των
εφημερίδων, μόλις ανακοινώθηκε ο αποκλεισμός των τελευταίων από την επιτροπή
των θεατρικών βραβείων Τόνι (2009), με το σκεπτικό ότι οι απόψεις τους δεν
συνάδουν με τη φιλοσοφία του θεσμού.
Θέατρο, υβρίδια και το τέλος της αθωότητας
Στη βιολογία υβρίδιο είναι ο
οργανισμός που παράγεται από τη διασταύρωση δύο γενετικά διαφορετικών
στοιχείων/μορφών. Στις πολιτιστικές σπουδές, το υβρίδιο επίσης προκύπτει από τη
διασταύρωση ή συνεύρεση δύο
διαφορετικών πολιτισμών, ειδών, υλικών κατασκευής κ.λπ. Το πιο σημαντικό με ένα
υβρίδιο είναι ότι ακυρώνει οποιαδήποτε διεκδίκηση ιεραρχικής καθαρότητας.
Ο θάνατος της κριτικής
Τη
στιγμή που η ιατρική κάνει το παν να επιμηκύνει τη ζωή, οι θεωρητικοί της ζωής
μιλούν μονίμως για θάνατο: της ιστορίας, της ιδεολογίας, του έθνους, του
είδους, και πρόσφατα της θεατρικής κριτικής. Αναμενόμενη εξέλιξη. Γιατί, εάν
δεχτούμε το απλό σκεπτικό που λέει ότι όσο θα βελτιώνεται η τεχνολογία τόσο θα
περιορίζεται και η δυνατότητα του ανθρώπου να (επι)κρίνει, τότε μπορούμε να
φανταστούμε τι μέλλον προοιωνίζεται για ένα καθαρά επεμβατικό εργαλείο όπως ο
κριτικός λόγος.
Ακόμη στεγνώνει
Είδα την παράσταση πριν από έντεκα χρόνια.
Τη βρήκα άθλια. Πριν γράψω αυτό το σημείωμα την ξαναείδα. Σκέφτηκα μήπως έκανα
λάθος τότε. Και πάλι άθλια τη βρήκα. Όχι όμως και ο κόσμος, ο οποίος επιμένει
να τη στηρίζει μαζικά. Ποιος τελικά δικαιώνεται; Και εν πάση περιπτώσει, ένα
δημοφιλές θέαμα είναι απριόρι ένα κακό ή, έστω, ποιοτικά «ύποπτο» θέαμα; Η
κουβέντα μας, όπως καταλαβαίνετε, είναι για το «αθάνατο» «Σεσουάρ για
δολοφόνους».
Αναζητώντας τη νέα Ευρώπη
Συνεχίζεται και φέτος η εντυπωσιακή
στροφή του θεάτρου μας σε εγχώρια έργα, θέματα και παραδόσεις. Kάποιοι μιλούν για αναγέννηση, άλλοι για
περίεργη εσωστρέφεια. Στο μυαλό μου, ούτε το ένα συμβαίνει ούτε το άλλο. Ούτε
πρόκειται για κάποια ελληνική ιδιαιτερότητα –ανάλογες τάσεις παρατηρούνται στις
περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Πιο πολύ το βλέπω ως αντίδραση των εθνικών
θεάτρων στις νεφελώδεις σχέσεις που έχουν αναπτυχθεί με το ευρωπαϊκό
οικοδόμημα.
Η οθόνη της τεχνολογίας και του θεάτρου
Οι επιχειρήσεις κλείνουν η μία
μετά την άλλη, κόσμος απολύεται, σπίτια χάνονται και το ελληνικό θέατρο, αντί
να συρρικνώνεται και να μαραζώνει, μεγαλώνει. Πέρυσι είχαμε στην Αθήνα γύρω
στις 500 παραστάσεις. Πρόπερσι κοντά στις 450. Φέτος, όπως τις υπολογίζω από τα
διάφορα ρεπορτάζ και δελτία τύπου που άρχισαν ήδη να κυκλοφορούν, θα κυμανθούν
περίπου στα ίδια επίπεδα.
Πολύ κακό για το τίποτα
Κάθε φορά που οι «γιουχαϊστές» της
Επιδαύρου γίνονται πρωτοσέλιδο (με πιο πρόσφατο παράδειγμα στους «Πέρσες» σε
σκην. Γκότσεφ) επανέρχεται και το ερώτημα: τελικά πώς θέλουμε να λειτουργεί η
Επίδαυρος, ανοιχτή μόνο σε παραστάσεις γνώριμων προδιαγραφών ή και σε
πειραματικές αναγνώσεις; Επειδή κανένας χώρος που θέλει να λέγεται ζωντανός δεν
μπορεί ταυτόχρονα να είναι και
«ιερός» (= κλειστός, άρα νεκρός), θα έλεγα πως το θέατρο κερδίζει με μια
Επίδαυρο ανοιχτή και προς το μη προβλέψιμο, έστω κι αν το τίμημα είναι τα
αναμενόμενα παρατράγουδα.
Η «Ευρώπη» των φεστιβάλ
Για όσους αγαπούν τα θεατρικά φεστιβάλ, ο Μάιος, ο Ιούνιος και ο Ιούλιος είναι
οι καλύτεροι μήνες. Κι αν η κλωνοποίησή τους συνεχιστεί στους ίδιους ρυθμούς,
σε λίγα χρόνια όλοι οι μήνες θα «παίζουν». Το «γιατί» είναι ένα σύνθετο θέμα με
πολλές παραμέτρους. Στέκομαι επιλεκτικά σε ορισμένες.
Κρατικές εκθρονίσεις και ενθρονίσεις
Για όσους γνωρίζουν το βίο και
την πολιτεία του ΚΘΒΕ, οι πρόσφατες αναταράξεις δεν πρέπει να ξάφνιασαν. Όσα
χρόνια θυμάμαι το Κρατικό, όλο σε κρίση βρίσκεται. Κάθε διευθυντής και κρίση.
Κάθε κυβέρνηση και κρίση. Δεν εξετάζω ποιος κερδίζει στο ζύγι των εντυπώσεων.
Το βέβαιο είναι ότι, όπως σε κάθε σχέση έτσι και στις σχέσεις που ρυθμίζουν την
πορεία του Κρατικού το φταίξιμο δεν πάει μονόπαντα.
Περί ιδεολογίας, αισθητικής και στερεοτύπων
Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε να
διαμορφώνεται ένα ενδιαφέρον ρεύμα στους κόλπους του θεάτρου μας, το οποίο
συνειδητά επικεντρώνεται σε «άλλα» πρόσωπα και «άλλους» πολιτισμούς (Βλ. «Φωτιά
και νερό», «Εξόριστοι», «Σφαγείο», «Ένας στους δέκα», «Αραβοϊσραηλινός
τσελεμεντές», «Μαυρομάτες», «Το όνομά μου είναι Κόρι» κ.λπ).
Η (αν)αισθητική της βίας: Περί πλαισίων
Eύστοχα και επίκαιρα τα σχόλια του
συναδέλφου κ. Δ. Τσατσούλη γύρω από τη βία. Πράγματι, εάν υπάρχει μια λέξη που
δίνει το στίγμα των περισσότερων έργων που παίζονται φέτος στις σκηνές της
χώρας είναι η βία. Η βία βέβαια ήταν πάντοτε παρούσα σε όλες τις εξελικτικές
φάσεις του θεάτρου. Απλώς σήμερα, η εξοικείωση του καταναλωτή με τις πλέον
ακραίες εκδηλώσεις της (ελέω τηλεόρασης, ίντερνετ, κ.λπ), σπρώχνει και το
θέατρο σε εξίσου ακραίες και συχνά αμφιλεγόμενες επιλογές.
Θεατρική Θεσσαλονίκη σε τούνελ χωρίς φως
Σε πρόσφατο αφιέρωμα ενός εντύπου free press στη Θεσσαλονίκη παρατήρησα το εξής ενδιαφέρον. Ενώ είχε σχόλια για τα
πάντα, από τα τσουρέκια γνωστού ζαχαροπλάστη μέχρι τα in ψυχαγωγικά στέκια, δεν έκανε κουβέντα για θέατρο.
Παράληψη που αναμφίβολα αδικεί ορισμένα σχήματα που επί σειρά ετών προσπαθούν
για το καλύτερο, όμως ως γνωστό η εξαίρεση επιβεβαιώνει τον κανόνα που λέει ότι
η θεατρική Θεσσαλονίκη δεν υπάρχει στον πολιτιστικό χάρτη της χώρας.
Τα εθνικά θέατρα της Νέας Ευρώπης: η στιγμή της ανασύνταξης
Τον τελευταίο καιρό έχουν πυκνώσει
εντυπωσιακά οι μελέτες και τα συνέδρια που αφορούν τα εθνικά θέατρα και το ρόλο
τους στον υπό διαμόρφωση πολιτιστικό χάρτη της Νέας Ευρώπης. Παλιότερα, και
εννοώ στις αφετηρίες του θεσμού, τα πράγματα ήταν σχετικά ευανάγνωστα μιας και
το κύριο βάρος της αποστολής των θεάτρων αυτών ήταν να βοηθήσουν στη
σφυρηλάτηση της εθνικής ταυτότητας του τόπου. Κύριοι αποδέκτες και εκτιμητές
των σκηνικών (μυθ)ιστοριών ήταν οι αστοί.
Από το θέατρο των εικόνων στο θέατρο των αφτιών
Οι έμποροι του
πρωτοεμφανιζόμενου στην Ελλάδα Ζοέλ Πομμερά (το είδαμε σε μια φροντισμένη
παράσταση από την Πειραματική Σκηνή της Τέχνης, σε σκηνοθεσία Γιάννη Λεοντάρη)
είναι ένα έργο που κάλλιστα θα μπορούσε να ενταχθεί στην ίδια κατηγορία με έργα
δημιουργών όπως ο Χάινερ Μίλλερ, ο Χάουαρντ Μπάρκερ, ο Κολτές, ο Μάρτιν Κριμπ,
και ανάμεσα στους δικούς μας
Η μόνη βιώσιμη πρωτοπορία είναι το σύστημα
Μια από τις πιο κοινές και
συνάμα παρερμηνευμένες λέξεις στον χώρο του θεάτρου σήμερα (εγχώριου και
αλλοδαπού) είναι η «πρωτοπορία». Κάθε φορά που μια παράσταση ξεφεύγει κάπως από
την πεπατημένη ή ξενίζει ή παρουσιάζεται σε χώρους περίεργους, αμέσως η κριτική
σπεύδει να την χαρακτηρίσει πρωτοποριακή, χωρίς να κάτσει να σκεφτεί τι πάει να
πει τελικά πρωτοπορία,
Μια κούκλα αφηγείται To «Λα Πουπέ» στο θέατρο «Μελίνα Μερκούρη»
Άρχισαν ο ένας μετά τον
άλλο τα θεατρικά σχήματα να ανακοινώνουν το φετινό τους πρόγραμμά. Σε όγκο
παραγωγών η σεζόν δείχνει κατά τι συρρικνωμένη, πράγμα λογικό αν αναλογιστεί
κανείς την οικονομική κατάσταση που βρισκόμαστε. Ο χρόνος θα δείξει πώς θα
εξελιχθούν τα πράγματα.
Η επιφάνεια καλή, το βάθος ανύπαρκτο «50.00 διηγήματα» στο θέατρο Σχήμα Εκτός Άξονα
Ένα είναι το βέβαιον: το
devised theatre ή προς το ελληνικότερο
το θέατρο της επινόησης, δεν είναι για όλα τα γούστα. Είναι για τους λίγους
και, κυρίως, τους νεότερους και όχι κατ’ ανάγκη μυημένους στα μυστικά της
τέχνης του Διονύσου.
Η επιφάνεια καλή το βάθος ανύπαρκτο «50.00 διηγήματα» στο θέατρο Σχήμα Εκτός Άξονα
Ένα είναι το βέβαιον: το
devised theatre ή προς το ελληνικότερο
το θέατρο της επινόησης, δεν είναι για όλα τα γούστα. Είναι για τους λίγους και
κυρίως τους νεότερους και όχι κατ’ ανάγκη μυημένους στα μυστικά της τέχνης του
Διονύσου.
Άστοχες μεταποιήσεις «Ο τρελλός της Αθήνας» στο Θέατρο Κήπου
Ο Γιάννης είναι ένας τρελός,
χωρίς πρόσωπο, χωρίς παρελθόν και μέλλον, που συνθέτει τη δική του
«πιραντελική» αφήγηση με επίκεντρο την Αθήνα, μια Αθήνα ξεχασμένη, χαμένη στα
βάθη του χρόνου. Το σαλεμένο μυαλό του αναζητεί ουσίες και αυθεντικές εικόνες,
αφετηρίες και βεβαιότητες, αλήθειες και ψέματα. Θέλει να μάθει πράγματα για τον
τόπο του, την ταυτότητά του, τις ρίζες του.
Ένα άνισο θεατρικό πανόραμα
Όπου να ‘ναι κλείνει τον
κύκλο του και αυτό το θεατρικό καλοκαίρι στη Θεσσαλονίκη. Έχουν απομείνει μια
δυο παραστάσεις στο Θέατρο Συκεών, αλλά δεν βλέπω πώς μπορούν να αλλάξουν τις
συνολικές εντυπώσεις. Το μόνο που είναι σε θέση να αλλάξει την κασέτα που
παίζεται κάθε καλοκαίρι είναι μια ριζική, θα ‘λεγα επαναστατική αλλαγή στην όλη
φιλοσοφία που διέπει το σκεπτικό των διαχειριστών της πολιτιστικής ζωής της
τοπικής κοινωνίας.
Αριστοφάνης και κιτς
Aπό τις τέσσερις συνολικά αριστοφανικές κωμωδίες που
παίχτηκαν φέτος στην Επίδαυρο είδαμε τελικά τις τρεις («´Ιππής», «Αχαρνής» και
«Πλούτος», όλες στο Θέατρο Δάσους και με μπόλικο κόσμο). Δεν είδαμε τη
«Λυσιστράτη». Όμως, εάν κρίνω από
τα γενικά σχόλια στον Τύπο και αυτή μάλλον πρέπει να κινήθηκε σε ανάλογο μήκος
κύματος με τις άλλες.
Μια Λοκάντα στον Κήπο Γκολντόνι με «Λοκαντιέρα» στις Γιορτές Ανοιχτού Θεάτρου
Mήλο της έριδας η Μιραντολίνα, η κληρονόμος μιας
λοκάντας (πανδοχείου), όπου συχνάζουν διάφοροι τύποι: ένας φαιδρός Μαρκήσιος,
ένας κόμης που αγόρασε τον τίτλο του και ο Ιππότης Ριπαφράτα, δηλωμένος μισογύνης
που στο τέλος παραδίδεται στα θέλγητρα της πονηρής λοκαντιέρισας.
Σκηνοθετώντας από μνήμης «Οιδίπους Τύραννος» στο Θέατρο Γης
Υπάρχουν σκηνοθέτες, κυρίως νέοι, που ξοδεύουν
άπειρες εργατoώρες προσπαθώντας να δουν πώς και τι πρέπει να κάνουν σε μια
παράσταση κλασικού ρεπερτορίου. Υπάρχουν όμως και άλλοι οι οποίοι σκηνοθετούν
με κλειστά μάτια, δηλαδή από μνήμης. Μια τέτοια περίπτωση είναι ο Σπύρος
Ευαγγελάτος. Ένας καλλιτέχνης που κατέβηκε στην Επίδαυρο περισσότερες φορές από
οποιονδήποτε άλλο. Σύνολο σκηνοθεσιών: 36 (με το Αμφιθέατρο, το ΚΘΒΕ και το
Εθνικό).
Ποιος Λευτεράκης ;Οι Ρέππας/Παπαθανασίου και ολίγος Σακελλάριος στο Θέατρο Κήπου
Κανείς δεν λέει ότι το γέλιο δεν κάνει καλό στην υγεία. Μάλιστα όσο πιο
δύσκολα περνάμε στην καθημερινότητά μας τόσο πιο πολύ το έχουμε ανάγκη. Όμως,
αυτός δεν είναι λόγος να παίρνουμε τα κείμενα και να τους αλλάζουμε τον
αδόξαστο στο όνομα (υποτίθεται) του γέλιου. Κάπου πρέπει να βάζουμε φρένο.
Ιδίως όταν τα υλικά μας δεν αντέχουν.
Ιππείς ήταν και πέρασαν
Ο
Αριστοφάνης έγραψε τους Ιππής το 424 π.Χ, σε μια ιστορική στιγμή κατά την οποία
ο δημαγωγός Κλέων (γιος πλούσιου βυρσοδέψη και ηγέτης των Δημοκρατικών μετά το
θάνατο του Περικλή) έκανε τα δικά
του κόλπα στην πολιτική σκηνή της Αθήνας. Ο συγγραφέας, θορυβημένος από τις
επικίνδυνες μεθόδους του δημαγωγού, σκαρφίζεται τη δραματική περσόνα του
Παφλαγόνα και βάζει απέναντί του έναν ακόμη πιο φαύλο, τον Αλλαντοπώλη, ώστε να
δείξει πωςη κακοδιαχείριση, η μπαγαποντιά, η ανεντιμότητα, η χειραγώγηση και το
ψέμα, μόνο με τις ίδιες γαλιφιές αντιμετωπίζονται.
Θέατρο γιαλαντζί «Θέλει τέχνη ο έρωτας» στο Θέατρο Κήπου
Είδα την κωμωδία του Βιτόριο Καρνούτσι «Θέλει τέχνη ο
έρωτας», διασκευασμένη από το Νίκο Καμπάνη το 1930 και «πειραγμένη» (τρόπος του
λέγειν) από το Βασίλη Τσιβιλίκα. Καμία έκπληξη. Ό,τι περίμενα: φτηνό χιούμορ,
τηλεοπτικές και επιθεωρησιακές μπαλαφαρίες, ξεκάρφωτες αναφορές στην τρέχουσα
πολιτική ζωή, πλακίτσες και όλα τα σχετικά.
«Τρωάδες» της λήθης «Τρωάδες» από το Θέατρο του Νέου Κόσμου στο Θέατρο Δάσους
Ο Ευριπίδης
μας άφησε ένα έργο πολύχορδο, γεμάτο γρίφους και μετέωρα ερωτήματα, σε σημείο
να αναρωτιούνται πολλοί κατά πόσο έχουμε να κάνουμε με κάποιον εντυπωσιολόγο
που στοχεύει στα δραματικά εφέ σε βάρος της στέρεης δομής ή με κάποιον που
στηρίζει τη ρητορική αδιαφορώντας παντελώς για το ύφος και το ήθος του
χαρακτήρα.
Η Θεσσαλονίκη σε καταστολή
Για έναν
κριτικό που ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη, η χειρότερη περίοδος είναι η
καλοκαιρινή. Γιατί, απλούστατα, τίποτε το αξιόλογο δεν συμβαίνει. Μόλις πέσει η
αυλαία και στην τελευταία φιλοξενούμενη παράσταση από τις φεστιβαλικές
«Προ-τάσεις» της Πειραματικής Σκηνής, η πόλη μπαίνει σε μια κατάσταση
τετράμηνης καταστολής.