Αν
και παρακολουθώ από κοντά αρκετά μικρο-μεσαία (κυρίως) ευρωπαϊκά θεατρικά
φεστιβάλ, δεν έχω καταλάβει ακόμη τι σημαίνει ο όρος «ευρωπαϊκό»; Μήπως είναι
αυτό που προέρχεται από μια οριοθετημένη περιοχή, στην οποία ανήκουν συγκεκριμένα
κράτη; Μήπως εννοούμε ένα σώμα θεσμών που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, γεγονότα/εκδηλώσεις
του τύπου Champions
League
(ποδόσφαιρο), Eurovision
κ.λπ, όπου επιτρέπεται η συμμετοχή και ομάδων ή καλλιτεχνών
που δεν ανήκουν στο ευρωπαϊκό γεωγραφικό σύμπλεγμα (βλ. Ισραήλ, Τουρκία κ.λπ);
Ή μήπως εννοούμε μια φαντασιακή κοινότητα, που βασίζεται σε ορισμένες κοινές
αξίες και παραδόσεις, οι οποίες τη διαφοροποιούν από τους «άλλους»; Κάτι σαν ένα
σπίτι-φρούριο, που δεν επιτρέπει την είσοδο στο «αλλότριο»; Εν τέλει, η Ευρώπη
είναι το σύμπτωμα μιας μακράς διαδρομής ή μήπως μιας ιδέας που ακόμη να
υλοποιηθεί;
Ως
έχει η κατάσταση, καλούμαστε να διαχειριστούμε τρεις (τουλάχιστο) «Ευρώπες»:
μια με νομική υπόσταση και δεδομένα σύνορα, όπως την έχει συλλάβει η ΕΟΚ, μια με
πολιτιστική υπόσταση (που μας πηγαίνει πολύ πίσω, στην αρχαία Ελλάδα) και μια με
φαντασιακή (με ρίζες στο 19ο αιώνα). Όταν αναφερόμαστε, λοιπόν, σε
«ευρωπαϊκό θέατρο», σημαίνει ότι έχουμε ξεκαθαρίσει κάπως στο μυαλό μας το
σημείο όπου τα πολιτικά και φαντασιακά σύνορα τέμνονται με τα πολιτιστικά. Το
σημείο εκείνο, δηλαδή, όπου αρθρώνεται μια ξεχωριστή ευρωπαϊκή αφήγηση. Σκέψη που
εύκολα διατυπώνεται, δύσκολα όμως υλοποιείται, γιατί η Ευρώπη, σε αντίθεση με
την πιο ευανάγνωστη Αμερική (το Νέο Κόσμο), κουβαλά τα βαρίδια της παράδοσης, φορτισμένες
μνήμες που δυσχεραίνουν τη μεταμόρφωσή της σε «Νέα», λέξη που, για να έχει
κάποιο νόημα, προϋποθέτει την αλλαγή, η οποία, για να επιτευχθεί, ζητά όπως οι
παλιές αφηγήσεις ειπωθούν με νέο τρόπο, ώστε να συνάδουν με τα ζητούμενα και τα
κρατούμενα του, υπό διαμόρφωση, κοινωνικοπολιτικού χάρτη.
Θόδωρος Τερζόπουλος: ο μοναδικός μέχρι στιγμής σύγχρονος Έλληνας σκηνοθέτης με παγκόσμια απήχηση
Θεατρικές
αφηγήσεις
Οι
«Σπουδές της Μνήμης» (Μemory
Studies)
έχουν δείξει ότι οι αφηγήσεις γενικά μπορούν να λειτουργήσουν ως διάμεσος
ανάμεσα σε διαφορετικές κοινότητες. Ειδικά το θέατρο έχει αποδείξει όλα αυτά τα
χρόνια ότι μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία μιας ευρύτερης γεωπολιτικής
κοινότητας, και τούτο γιατί διασχίζει ευκολότερα τα εθνικά σύνορα, εμπλέκει και
συγκινεί το δέκτη πιο άμεσα, ακόμη και με εντελώς αλλότριες ιστορίες. Η ίδια η
οντολογία του το έχει προικίσει με μια μεταμορφωτική δυναμική που βοηθά τόσο το
ίδιο όσο και το δέκτη να αντιμετωπίζουν με μεγαλύτερη άνεση και διάθεση αλλαγής
τα μοντέλα της παράδοσης. Και η πολυπολιτισμική Ευρώπη σήμερα χρειάζεται, όσο
ποτέ άλλοτε, την επικοινωνιακή του δυναμική, τις «υπο/υπερτιτλισμένες μνήμες»
του, που μεταφέρουν το τοπικό στο διεθνές, το οικείο στο αλλότριο, και βοηθούν
τους λαούς να δουν και λίγο παραπέρα, να δουν καθαρότερα τη ζωή των άλλων.
Αυτό
σημαίνει πως, για να έχει νόημα αυτή η ανταλλαγή, δεν πρέπει να στηρίζεται στη
λογική της «τουριστικής» γνωριμίας, της αυτοπροβολής ή του οικονομικού
συμφέροντος, αλλά στη δημιουργία μιας νέας μνήμης, σε θέση να βοηθήσει να
ξεπεραστούν οι παραδοσιακές αγκυλώσεις και προκαταλήψεις, για το χατίρι νέων
σημείων επαφής (για το μέλλον). Και εννοείται ότι, για να επιτευχθεί αυτό, το
υλικό που ταξιδεύει πρέπει πρωτίστως να ελκύει τον ανίδεο δέκτη, να το φέρνει πιο
κοντά στην εμπειρία των άλλων, με τους οποίους συνδέεται, ούτως ή άλλως, οικονομικά
και πολιτικά.
Πάνω
σε αυτή τη βάση στήθηκαν δια-κρατικά δίκτυα, όπως των Εθνικών Θεάτρων της
Ευρώπης, των χωρών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και πολλά άλλα. Και δεν αντιλέγω
πως πέτυχαν πολλά και σημαντικά πράγματα, έφεραν πιο κοντά θιάσους, φορείς,
καλλιτέχνες, σχολές υποκριτικής, και παραδόσεις, όμως θα χρειαστούν περαιτέρω ξεκαθάρισμα
οι δραστηριότητές τους, για να φανούν πιο καθαρά οι στόχοι.
Ατομική
πρωτοβουλία
Όσο
για τη δικτύωση πέρα από την Ευρώπη, τα πράγματα είναι πιο δύσκολα, αφού όλα
σχεδόν εξαρτώνται από την ατομική πρωτοβουλία. Δεν υπάρχουν ικανοί θεσμικοί
φορείς σε θέση να βοηθήσουν. Δείτε τι γίνεται στη χώρα μας, λ.χ. Ποιος
καλλιτέχνης έχει καταφέρει να «παγκοσμιοποιήσει» τη δουλειά του μέχρι τώρα; Μόνο
ο Θ. Τερζόπουλος. Κι όμως, είναι πολλά αυτά που γίνονται εκτός Δύσης. Και οι
καιροί απαιτούν καλλιτεχνικές πρωτοβουλίες που να διευρύνουν τις φαντασιακές
κοινότητες προς διάφορες κατευθύνσεις, δημιουργώντας μορφές εικονικής
αλληλεγγύης ανάμεσα στους λαούς. Πιστεύω πως οι νέες θεατρικές αφηγήσεις θα
προκύψουν μέσα από το κενό που υπάρχει ανάμεσα στους κοινωνικούς σχηματισμούς
(θεσμούς), τις φαντασιακές κοινότητες και τα προστατευόμενα εθνικά σύνορα.
Mnemonic: μια περφόρμανς με παγκόσμιες προδιαγραφές, από τη βρετανική ομάδα Theatre de complicite. Την είδαμε και στη Θεσσαλονίκη,, στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών
Και
για να επιστρέψω στην επικίνδυνα κλυδωνιζόμενη Ε.Ε., το ζητούμενο είναι να βρεθούν
τρόποι να κινηθούν ευρέως όσο γίνεται περισσότερες «υπο/υπερτιτλισμένες» εθνικές
μνήμες, που εγκυμονούν υποσχέσεις. Το τονίζω αυτό, γιατί, κρίνοντας απ’ αυτά
που κυκλοφορούν στα διάφορα φεστιβάλ, εκείνο που απουσιάζει είναι το όραμα για το
ευρωπαϊκό αύριο. Θα μου πείτε ότι η Ευρώπη δεν ήταν ποτέ δεδομένη. Όπως και η
Αμερική, ήταν πάντα σε μια κατάσταση συνεχούς ανακάλυψης, δηλαδή σε μια
κατάσταση ανατροπών και πολιτικών ανακατατάξεων. Κάτι σαν ένα μόνιμα ημιτελές
μυθιστόρημα. Που σημαίνει ότι, για να καταλάβει κανείς το παρόν της και να
φανταστεί το μέλλον της, πρέπει να δει πώς είχαν διαμορφωθεί οι «πραγματικότητες»
των παραδόσεων της. Και ιδωμένη μέσα απ’ αυτό το πρίσμα, η μνήμη θα μπορούσε ν’
αποδειχτεί ένας δυναμικός παράγοντας, ένας συνομιλητής στην αναδιαμόρφωση των
διαφορετικών ευρωπαϊκών μας παρελθόντων, με απώτερο στόχο τη διαμόρφωση του
κοινού μας (παγκόσμιου) μέλλοντος.
Για
την ώρα, πάντως, το ξαναλέω, εκείνο που επικρατεί στα θεατρικά (και όχι μόνο) φεστιβάλ
είναι πιο πολύ μια ομοιόμορφη (και εν πολλοίς ανώδυνη) αισθητική (φασόν), παρά κάποια
υποσχόμενη πολιτική θέση ή όραμα.
Κυριακάτικη
Ελευθεροτυπία
12/01/2014