Έχουμε ανάγκη από παραστάσεις που να μας θυμίζουν γιατί πηγαίνουμε στο θέατρο. Παραστάσεις που να μας δείχνουν πόσο όμορφο μπορεί να είναι το θέατρο όταν το υπηρετείς σωστά. Και μην νομίζετε ότι είναι πολλές. Ελάχιστες. Μετριoύνται στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Κι αν ήταν να κατονομάσω μία από αυτές φέτος, σίγουρα θα συμπεριλάμβανα την παράσταση του μυθιστορήματος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη “Οι έμποροι των εθνών” που είδαμε στην “Αυλαία”, σε σκηνοθεσία Θοδωρή Αμπαζή. Μια συμπαραγωγή του ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας και της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών.
To μυθιστόρημα
To μυθιστόρημα του
Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στη σατιρική εφημερίδα «Μη χάνεσαι»
τo 1882. Πρόκειται για ένα παιγνιώδες, παρορμητικό,
ευαίσθητο και βαθιά ρομαντικό μυθιστόρημα, στον πυρήνα του οποίου δεσπόζει το
ερωτικό πάθος στην πιο ακραία του μορφή. Πρωταγωνίστρια της ιστορίας η
Αυγούστα, η οποία εγκαταλείπει τον σύζυγό της Ιωάννη Μούχρα και ακολουθεί τον Βενετό
Μάρκο Σανούτο, ορμώμενη από μια ακατανίκητη ερωτική επιθυμία. Μια ηρωίδα, πέρα
από τις κοινωνικές νόρμες της εποχής. Μια ηρωίδα που αφήνει το συναίσθημα να
κυριαρχήσει πέρα ως πέρα, ανεξάρτητα από το όποιο τίμημα. Η δράση της ιστορίας
της απλώνεται σε τέσσερα μέρη, με αφετηρία τη Νάξο το 1199, όπου ζει με το
σύζυγό της Μούχρα, τη Βενετία όπου ο Σανούδος τη μεταφέρει μετά την απαγωγή
της, την Πάτμο όπου η Αυγούστα καταφεύγει σε μοναστήρι και, τέλος, πίσω πάλι
στην Πάτμο όπου η Αυγούστα πεθαίνει ενώ βρίσκεται στη ναυαρχίδα του Σανούδου
όταν αυτή πυρπολείται.
Η σκηνοθεσία
Εάν δει κανείς την πορεία του Θοδωρή Αμπαζή από τις
«Σοφολογιότατες» του Μολιέρου
μέχρι τον, επίσης, μολιερικό «Μισάνθρωπο», με το οποίο η ομάδα του «Όπερα»
επιλέγει να γιορτάσει τα δεκάχρονά της, εύκολα μπορεί να υποθέσει ότι ήταν
ζήτημα χρόνου η ενασχόλησή του και με συγγραφείς όπως ο Παπαδιαμάντης. Και
εννοώ συγγραφείς που να χαρακτηρίζονται από μια ιδιαίτερη αγάπη για τον λόγο
και τη μουσικότητά του.
Στον Παπαδιαμάντη ο Αμπαζής βρήκε υλικό που να ταιριάζει
και στην ιδιοσυγκρασία του, στην παιδεία του και στις ανησυχίες του. Στον
Παπαδιαμάντη βρήκε χώρο να επενδύσει όλες τις επιμέρους αναζητήσεις του: και τη
διερεύνηση των ορίων της δράσης του λόγου, και τη λειτουργία των χορικών, και
τις σχέσεις θεάτρου, μουσικής και βίντεο, και τους όρους της σκηνικής αφήγησης.
Το πιο σημαντικό δε, είναι ότι όχι μόνο δεν επέτρεψε σε αντιφάσεις και αντινομίες, που
αναπόφευκτα ξεπηδούν από τέτοιου είδους υβριδικά εγχειρήματα, να παραφωνήσουν,
αλλά, αντίθετα, πέτυχε όπως όλα τα ανόμοια υλικά του να υπηρετήσουν ένα ενιαίο
ύφος. Ο ίδιος μιλά για “ολικό έργο” τέχνης, έχοντας
φαντάζομαι τον Ρίχαρντ Βάγκνερ στο μυαλό του (Gesamtkunstwerk), o οποίος είχε προσπαθήσει να φέρει μαζί,
στοχεύοντας σε μια συμπαγή σκηνική εμπειρία, τα ιδιώματα ποικίλων τεχνών, χωρίς
να θυσιάζει το ένα για το χατίρι κάποιου άλλου. Και πράγματι, στην παράσταση
του Αμπαζή έβλεπες και τα επί μέρους στοιχεία (αυτονομημένα) και το σύνολο
ενσωματωμένα σε μία αρμονικά διαρθρωμένη σύνθεση που άρχιζε με την «αρπαγή—adagio», προχωρούσε στην «εκδίκηση-animato», κατόπι στην
«εξομολόγηση-graveκαι
έκλεινε τον κύκλο με την
«επιστροφή-presto-adagio.
Λόγος και μουσική
Η μουσική κάθε μέρους έβγαινε κατευθείαν μέσα από τον
λόγο, τα φωνήεντα, τα σύμφωνα, τις συνηχήσεις, τις παρηχήσεις και τις
αντιστίξεις του. Μάλιστα, από ένα σημείο και μετά δεν μας ένοιαζε τόσο η
ιστορία και η εξέλιξή της, όσο η υλικότητα των ηχοχρωμάτων του λόγου.
Προδίδοντας καθαρά μεταδραματικές διαθέσεις, ο μουσικός νους του Αμπαζή
αυτονόμησε τις λέξεις και τους έδωσε μια παρουσία εν χώρω, υπογραμμίζοντας έτσι
την παροντικότητα της περφόρμανς τους. Με άλλα λόγια, δημιούργησε τις συνθήκες
εκεινες ώστε οι ίδιες οι λέξεις (ως ήχος, ως άκουσμα) να ορίζουν τις συνθήκες
πρόσληψής τους και όχι το όποιο νόημά τους (αυτό που συμβαίνει συνήθως σε μια
γραμμική αφήγηση, όπου κυριαρχούν το ερωτήματα του τύπου, τι σημαίνει αυτό ή τι
θα γίνει μετά κ.λπ). Το βίντεο (του Στάθη Αθανασίου) έπαιξε σημαντικό ρόλο προς
την κατεύθυνση αυτήν, προσφέροντας τη διπλή εκδοχή των σκηνικών σηεμιων. Αλλά
και η παρουσία του μικροφώνου βοήθγσε, δίνοντας σε επιλεγμένες στιγμές τα close ups της φωνής (χωρίς το σώμα), όπως κατ’
αντιστοιχία κάνει η κινηματογραφική κάμερα.
Συντελεστές
Οι ηθοποιοί Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Τζωρτζίνα Δαλιάνη, Κώστας Καλλιβρετάκης,
Νέστορας Κοψιδάς, Μαρία Παρασύρη, Δανάη Σαριδάκη, απόλυτα εναρμονισμένοι,
έπαιξαν και κατά μόνας και ως σύνολο. Όλοι εντυπωσιακοί και ακριβείς, έδωσαν το
σώμα και τη φωνή τους σε ένα ορατόριο αισθήσεων και παραισθήσεων.
Ανεβοκατέβηκαν σκάλες συναισθημάτων με ακρίβεια ωρολογοποιού. Έκαναν στάσεις,
έφευγαν, επέστρεφαν σαν καλοκουρδισμένο ρολόι. Στους λαρυγγισμούς, στις
κινήσεις, στις λέξεις, στην κίνησή τους
έβλεπε κανείς όλη τη γκάμα των εντυπώσεων που άφηνε επάνω τους η
δυναμική του λόγου. Άλλοτε ραψωδοί της ρομαντικής τους τραγωδίας και άλλοτε
ήρωές της, άλλοτε αντικειμενικοί και άλλοτε υποκειμενικοί, κινήθηκαν κατά
κύματα, όπως τα κύματα που
δημιουργούσε το σώμα τους κάθε φορά που ερχόταν σε επαφή με το νερό που
δέσποζε στο κέντρο της σκηνής. Με μια λέξη: Καθηλωτικοί.
Συμπέρασμα: ένα συναρπαστικό θεατρικό υβρίδιο, που σε απογειώνει και
αισθητικά και υποκριτικά. 95 λεπτά θεατρικής απόλαυσης. Και μετά, πίσω πάλι
στην άμουση και σκληρή πραγματικότητά μας. Χωρίς περιστροφές και περικολάδες:
όσοι δεν δείτε αυτή την παράσταση θα χάσετε.
12/02/2012