Ο Άμλετ είναι το απόλυτο έργο-πρόκληση
για σκηνοθέτες και ηθοποιούς. Εξ ου και οι άπειρες αναγνώσεις, με πιο πρόσφατη
του Χρήστου Θεοδωρίδη, τη δουλειά του οποίου πρωτογνώρισα στο έργο Έσπασε
του Στέλιου Χατζηαδαμίδη, (2011) στο «Άνετον». Θυμάμαι ότι, παρ’ όλα τα
προβλήματα συγκρότησης, ανάπτυξης και καλής εστίασης, μου είχε αρέσει. Είδα ότι
διέθετε καλά και υποσχόμενα στοιχεία. Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι τον Άμλετ
που έφερε με την ομάδα «Ορχήστρα των μικρών πραγμάτων» στις «Θεατρικές
συναντήσεις» στο θέατρο «Μελίνα Μερκούρη», δεν είδα κάτι άλλο απ’ αυτόν.
Και να ξαφνικά η συνάντηση με το θηρίο. Σαν
πολύ βιάστηκε, σκέφτηκα Από την άλλη, γιατί όχι. Είναι δικαίωμά του. Όπως και
δικαίωμα του κάθε θεατή να κρίνει εκ του αποτελέσματος. Και αυτό θα κάνω
παρακάτω.
Η παράσταση
Ο
σκηνοθέτης στο σημείωμά του μιλά για τους άγριους καιρούς που ζούμε, που
αγωνιζόμαστε να σταθούμε όρθιοι. Και σε έναν τέτοιο κόσμο, δυστοπικό και
ανελέητο, φαντάζεται τον «δικό του» ΄Αμλετ. Τον φαντάζεται να παλεύει, να
ιδρώνει, να αγωνιά. Οι σκηνογραφικές λύσεις της Τίνας Τζόκας, λιτές και
θεατρικές, άφησαν χώρο στη φαντασία του να διαχειριστεί τα σεξπηρικά δρώμενα
κατά το δοκούν. Οι πρώτες σκηνές της παράστασης ήταν άκρως εντυπωσιακές, ιδίως
οι χορογραφικές προτάσεις της Ξένιας Θεμελή. Προς στιγμή πίστεψα ότι κάτι
σπουδαίο πάει να γίνει. Η ρυθμικότητα των σχηματισμών, η φρεσκάδα, η απόλυτη
γεωμετρία στην κίνηση, η τακτοποίηση των σωμάτων με την αυστηρή ιεράρχηση, έως
και η τακτοποίηση των ξύλινων καθισμάτων, συνέθεταν μιαν ενδιαφέρουσα αισθητική
εικόνα που έσφυζε από υποσχέσεις. Ακόμη και ο μονότονος βόμβος του μετρονόμου
(απλή όσο και εξαιρετική ιδέα) είχε λόγο ύπαρξης, μιας και έδινε το ρυθμό,
υπογράμμιζε τον χρόνο που έρχεται και τον χρόνο που φεύγει κουβαλώντας μαζί του
το πολύτιμό του φορτίο, τον Άμλετ. Έναν ήρωα που πορεύεται εν απορία: να ζει κανείς ή να μη ζει; Ορίστε
το δίλημμα. Ποιος θα του δώσει την απάντηση; Ουδείς. Ούτε αυτός ο ίδιος ξέρει
τι πρέπει να κάνει. Κι έτσι μετατρέπει τη ζωή του σε ένα θέατρο και το θέατρο
του φαντάσματος σε ζωή του. Για να καταλήξει να πλανάται σαν φάντασμα πάνω από
τα κεφάλια κάθε νέας γενιάς που θέλει να αναμετρηθεί μαζί του και με τα
φαντάσματα του νου του.
Κάτι στράβωσε
Ως
εδώ, δηλαδή στις πρώτες σκηνές, όλα εξαιρετικά. Μέχρι που η τεχνολογία, στην
οποίαν εμπιστεύτηκαν την εμφάνιση του φαντάσματος, κάνει το «θαύμα» της: δεν
λειτουργεί. Στην αρχή, βλέποντας στην οθόνη να αναβοσβήνει ένα «no signal», νόμιζα ότι ήταν
κάποιο έξυπνο τρικ και ετοιμάστηκα για τα καλύτερα. Λάθος εκτίμηση. Και από κει
θεωρώ πως αρχίζει σταδιακά και η αντίστροφη μέτρηση. Γιατί πέρα από την εμφανή
αμηχανία και τον αποσυντονισμό που προκάλεσε η εμπλοκή του μηχανήματος (και εδώ
φάνηκε η απειρία του σκηνοθέτη που δεν μερίμνησε να έχει κάποιο Plan B σε περίπτωση που κάτι
στραβώσει), τα διάφορα σκηνοθετικά και χορογραφικά τεχνάσματα, τα οποία στην
αρχή υπόσχονταν κάποια εντυπωσιακή εξέλιξη, αρχίζουν να τρικλίζουν κάτω από το
βάρος του φορτίου που ανέλαβαν να κουβαλήσουν και βεβαίως να φωτίσουν. Όλο και
μίκραινε το εκτόπισμά τους, λες και είχαν αρκετά εφόδια ώστε να στηρίξουν τον
ήρωα και τις κινήσεις του μόνο στην πιο βατή και ανάλαφρη περίοδο της ζωής του,
την περίοδο της «αθωότητάς» του. Δηλαδή, περίπου στο πρώτο 30λεπτο Από κει και
ύστερα ήταν προφανές πως άρχισε να τους διαφεύγει η απρόβλεπτη ζωή του ήρωα, η
οποία, σαν κινούμενη άμμος, τον πάει πέρα δώθε χωρίς σταματημό, σαν εκκρεμές
τρόμου. Δηλαδή, στην πιο κρίσιμη και αδιέξοδη στιγμή της ζωής του, εκεί που
έπρεπε να οργιάσει η σκηνοθετική ανάγνωση, οι λύσεις περιορίστηκαν να
επαναλαμβάνουν τον ολοένα και πιο θαμπό εαυτό τους, θωπεύοντας την ίδια την
αμηχανία τους αλλά και αδυναμία τους να καλύψουν ευεργετικά την επώδυνη
απόσταση ανάμεσα στην κωμωδία της άγνοιας, στην τραγωδία της γνώσης και τέλος
της απόγνωσης.
Μετάφραση
Και
κάτι άλλο: η μετάφραση. Ναι, συμφωνώ να γίνει καθημερινή, αλλά λαμβάνοντας
υπόψη το εξής: η «άγρια» ομορφιά της γλώσσας του Άμλετ είναι άμεση έκφραση της
ψυχής και του μυαλού του. Αντλεί κατευθείαν τις ουσίες της από τα βάθη του
Είναι του. Εξ ου και η μοναδικότητα και η απίστευτη ποικιλότητά της. Όταν
αποψιλώνεται ο λυρισμός της, μοιραία χάνεται και το βάθος από το φορέα της. Και
αυτό συνέβη με τον Άμλετ που είδαμε. Ήταν όλος μια αμετάβλητη, άμουση επιφάνεια.
Μουσική
Τέλος:
γιατί αυτή η συνεχής μουσική υπόκρουση που κόντραρε τους ηθοποιούς; Στα αφτιά
μου δεν ηχούσε σαν σχόλιο στη δράση, αλλά σαν ακουστική μουντζούρα. Μου θύμιζε
τηλεοπτικό σίριαλ.
Όσο
για το μικρόφωνο, παρόλο που έχει γίνει άνοστη σούπα, εδώ είχε θέση, καθώς το
όλο εγχείρημα είχε τις προδιαγραφές μεταδραματικής αισθητικής στα όρια της
οποίας οι αφηγηματικές φωνές δημιουργούσαν τα πεδία δράσης. Ως εκ τούτου, καλώς
χρησιμοποιήθηκε.
Συντελεστές
Ο
Άμλετ της παράστασης Ντένης Μακρής πάλεψε αλλά δεν έπεισε. Άρθρωσε ισότονα ένα
ρόλο που ορίζεται πρωτίστως από την απρόβλεπτη εξέλιξή του. Οι σκηνοθετικές
επιλογές έδειξαν προς μία ευθεία το δρόμο και στους: Βαβαδάκη, Εμπέογλου,
Εξαρχέα, Κλίνη, Μπογανά, Πατσιάνη, Πίττα, Φύτρο. Μου έλειψε από όλους η απρόβλεπτη
ποικιλότητα των δραματικών τους
προσώπων.
Συμπέρασμα:
μια παράσταση με ορισμένες πολύ καλές ιδέες που όμως έκαψαν τα αποθεματικά
τους δυστυχώς πολύ πριν φτάσουν στην έξοδο. Πάντως, με κανένα τρόπο δεν
μετάνιωσα που την είδα.
Αγγελιοφόρος
της Κυριακής
24/05/2015