“Η ζωή είναι ένα θέατρο, μόνο που η διανομή των ρόλων
είναι χάλια». Η ρήση του Όσκαρ Γουάιλντ
νομίζω πως ταιριάζει γάντι στους αριστοφανικούς «Ιππής» (424 π.Χ), όπου
πρωταγωνιστούν ένας βυρσοδέψης και ένας αλλαντοπώλης, στο ρόλο δύο
επαγγελματιών υποκριτών που ζέχνουν με τη δημαγωγία τους, τη ρουσφετολογία
τους, τον μικροκομματισμό τους και τη διαπλοκή τους. Μπορεί να μην είναι το
καλύτερο έργο του Αριστοφάνη. Ούτε το ποιητικότερο. Είναι όμως σίγουρα το πιο
μαχητικό και πολιτικοποιημένο.
Με τόλμη και αρκετό θράσος, ο 26χρονος συγγραφέας
στηλιτεύει αιχμηρά την πολιτική κατάσταση της εποχής του, έχοντας στο στόχαστρο
τον δημαγωγό Κλέωνα, τον οποίο, αξίζει να σημειώσουμε, υποδύθηκε ο ίδιος, γιατί
κανένας άλλος δεν τολμούσε να το πράξει την εποχή της παντοδυναμίας του
(μάλιστα θα τιμωρηθεί γι’ αυτό με πρόστιμο). Είναι το πρώτο από τα έργα του που
υπογράφει με το όνομά του.
Το στόρι
Βρισκόμαστε στον έβδομο χρόνο του Πελοποννησιακού
Πολέμου (431-404) στην αρχή του οποίου είχε ενσκήψει στην Αθήνα ο φοβερός
λοιμός που αποδεκάτισε τον πληθυσμό, αφήνοντας πίσω του χιλιάδες νεκρούς
ανάμεσα στους οποίους και τον ίδιο τον Περικλή που υπέκυψε το φθινόπωρο του 429
π.Χ. Ο Αριστοφάνης ενώ μεγάλωσε στην ατμόσφαιρα της ευδαιμονίας που έφερε στην
πόλη η Αθηναϊκή Ηγεμονία και ο Χρυσός Αιώνας, ενηλικιώθηκε στην εποχή του
πολέμου, του λοιμού, της πολιτικής και κυρίως της ηθικής σήψης. Ο Κλέων -
βυρσοδέψης στο επάγγελμα- εμφανίζεται στην πολιτική σκηνή σαν αντίπαλος του
Περικλή και μετά το θάνατό του θα καταφέρει να αποκτήσει μεγάλη επιρροή και τελικά να επικρατήσει.
Ένας χρησμός λέει ότι ο βάναυσος Παφλαγόνας, που ήδη
είναι ο κυρίαρχος άρχοντας, αφού χαίρει της απόλυτης εμπιστοσύνης του Δήμου,
τον οποίο κέρδισε με τρόπο πονηρό, θα βρει τον μάστορά του από έναν ταπεινό
αλλαντοπώλη. Και όντως αυτό γίνεται. Ο αλλαντοπώλης εμφανίζεται ξαφνικά με την
πραμάτεια του και πείθεται από τους καραδοκούντες Ιππείς, να αντιπαραταχθεί
στον πανίσχυρό Παφλαγόνα και να τον νικήσει. Καθώς εξελίσσεται η δράση,
πυκνώνει και η αντιπαράθεση των δύο ανδρών που μετατρέπεται σ’ ένα γαϊτανάκι
από χυδαίες ύβρεις που ανταγωνίζονται η μία την άλλη σε φαυλότητα. Στο τέλος,
οι δύο άνδρες καταλήγουν μπροστά στο Γέρο Δήμο, όπου καλούνται να αναπτύξουν τα
'πολιτικά' τους σχέδια και το πρόγραμμά τους. Προς έκπληξη όλων, ο αγράμματος
αλλαντοπώλης αναδεικνύεται έξοχος δημαγωγός και ξεπερνάει σε κολακείες τον
πολύπειρο Παφλαγόνα- Κλέωνα, ο οποίος,
ηττημένος, εγκαταλείπει τον οίκο του Δήμου. Ο νέος υπηρέτης του Λαού με μαγικά φίλτρα
ξανανοιώνει τον Δήμο και το έργο τελειώνει με χαρές και πανηγύρια ώσπου να
φανεί ο νέος Σωτήρας του Λαού.
Σκηνοθεσία και
συντελεστές
Ο Σταμάτης Φασουλής, που υπογράφει τη σκηνοθεσία
(μαζί και τη μετάφραση), για λογαριασμό του ΚΘΒΕ και του Ακροπόλ, στόχευσε σε
μια απλή, λαϊκή και μετρημένη παράσταση. Του αναγνωρίζουμε ότι δεν έκανε λάθη,
τσαπατσουλιές και υπερβολές, από την άλλη, όμως, δεν έκανε και τίποτα που να δικαιολογεί γιατί
τελικά ανέβασε αυτή την παράσταση, αφού ήταν από τις παραστάσεις εκείνες που
απλώς διεκπεραιώνουν και μετά διαγράφονται από το σκληρό δίσκο της μνήμης. Υπ’
αυτή την έννοια, δεν μπορώ να πω ότι διασκέδασα, αφού όλα μου φάνταζαν πολύ
ίδια, πολύ παλιά, πολύ προβλέψιμα, αντίδραση που ενίσχυσε σε μεγάλο βαθμό και η
παρουσία των δύο πρωταγωνιστών.
Οι πρωταγωνιστές
Τόσο ο Πέτρος
Φιλιππίδης (Αλλαντοπώλης) όσο και ο Γιάννης Ζουγανέλης (Παφλαγόνας) είναι δύο
ηθοποιοί με γνήσια κωμική στόφα, που πάντα κάνουν αυτό που γνωρίζουν καλύτερα.
Γι’ αυτό πληρώνει ο κόσμος να πάει να τους δει. Δεν θέλει απ’ αυτούς την
έκπληξη. Θέλει να δει τη μανιέρα τους, τις ίδιες ευκολίες, τους ίδιους
αναγνωρίσιμους κώδικές. Από τη στιγμή που ένας σκηνοθέτης τους επιλέγει ξέρει
τι τον περιμένει. Και μπορεί ο Φασουλής να περιόρισε κάπως το υπερβολικό,
αυτάρεσκο παίξιμο του Φιλιππίδη, αλλά ως εκεί. Τα υπόλοιπα κύλησαν όπως
προβλέπονταν. Μόνο ο «Δήμος» του καλού πρωταγωνιστή του ΚΘΒΕ Γιώργου Καύκα,
ήταν ο λιγότερο προβλέψιμος, γι’ αυτό και ο πλέον ενδιαφέρων.
Τα σκηνικά του Μανώλη Παντελιδάκη έκαναν τη δουλειά
τους. Το ίδιο και τα κοστούμια της Ντένης Βαχλιώτη. Όχι, όμως, η χορογραφία της
Μπέτυς Δραμισιώτη. Ενώ είχε στη διάθεσή της πολλούς και ικανούς ηθοποιούς
(Σιαμσιάρης, Κολοβός, Καραούλης, Στυλιανού, μεταξύ άλλων), τους εμφάνισε σαν
μαθητικό μπουλούκι. Δεν έπεισε ότι όλοι αυτοί είναι η ελπίδα του αύριο της πόλης. Επίσης, βρήκα
ενοχλητική όλη αυτή τη γκέι εικόνα που πιο πολύ προσπαθούσε να πουλήσει
χαριτωμενιές παρά να δικαιώσει το έργο.
Στα υπέρ της μετάφρασης το ότι δεν ξεκοίλιασε το έργο
με συνεχείς αναφορές στο σήμερα.
Επιλεκτικά έριχνε γέφυρες, χωρίς να αποδυναμώνει το πολιτικό του μήνυμα. Η χειραγώγηση του Δήμου
από άθλιους δημαγωγούς, αλλά και η κάθε άλλο παρά αμελητέα ευθύνη του ίδιου του
λαού που παρασύρεται και χειραγωγείται, είναι τελικά η διαχρονική εθνική
μάστιγα. Κι αν το 424 π.Χ το κοινό της Αθήνας έβλεπε ξεκάθαρα στο ρόλο του
Παφλαγόνα αποκλειστικά και μόνο τον δημαγωγό Κλέωνα, το σημερινό κοινό βλέπει
πολύ περισσότερους να φλερτάρουν τον ίδιο ρόλο.
Συμπέρασμα: Όσο κρατάμε τους αρχαίους ποιητές για την
καλοκαιρινή μας ψυχαγωγία δεν πρόκειται να ξεφύγουμε από τα τετριμμένα που
επιβάλλουν οι λίγες εβδομάδες προβών. Για την ανανέωση του χώρου χρειαζόμαστε
προτάσεις που να προκύπτουν μέσα από εργαστηριακή (και εννοείται πολύμηνη)
έρευνα.
29/7/2012