Σύντομο σχόλιο με
αφορμή την παράσταση του έργου του Τένεσι Γουίλιαμς Λυσσαμένη Γάτα, σε
σκηνοθεσία Σύλλα Τζουμέρκα. Βασιλικό Θέατρο, ΚΘΒΕ
Κύριε Σύλλα Τζουμέρκα:
επειδή από χθες βράδυ (1/12/2023) σπάω το κεφάλι μου, μπορείτε να μου πείτε σας
παρακαλώ τι ήταν αυτό που μας δείξατε στο Βασιλικό Θέατρο; Που στοχεύατε; Για
βοηθήστε λιγάκι γιατί πολύ μας μπερδέψατε με τις σκηνοθετικές σας επιλογές.
Είναι πολλά που θα
μπορούσα να σχολιάσω και να καταθέσω ως κριτική άποψη γι' αυτό που είδα, θα
περιοριστώ ωστόσο πολύ επιγραμματικά σε ένα-δυο σημεία πιο πολύ με την ιδιότητα
ενός θεατρόφιλου που αγαπά ειδικά τις πειραματικές προτάσεις.
Πρώτον: εάν νομίζετε
ότι αυτό που παραδώσατε προς θέαση και κρίση στους 650 θεατές λέγεται
εναλλακτική ή πειραματική ή πρωτοποριακή ή καινούργια ή φρέσκια ή τολμηρή ή δεν
ξέρω τι άλλο πρόταση, καλύτερα να μην το νομίζετε, γιατί δεν είναι. Είναι
άπειρες οι παραστάσεις με μικρόφωνα, διπλές και τριπλές διανομές, με μετωπικό
(α λα Μπρεχτ) παίξιμο, με έντονο σωματικό παίξιμο, με γυμνό, με σοκαριστικές
σκηνές, με εξουθενωτικό τρέξιμο πέρα δώθε, με φωνές, με τους ηθοποιούς να είναι
διαρκώς επάνω στη σκηνή σαν σε πρόβα ή σαν σε θέατρο μέσα στο θέατρο και πάει
λέγοντας. Προφανέστατα η παράσταση δεν κομιίει γλαύκα εις....Θεσσαλονίκη.
Δεύτερον: Αν πάλι
νομίζετε ότι η βαβούρα, το αλαλούμ, οι επικών διαστάσεων εντάσεις βοηθούν είτε
στην ομαλότερη εξέλιξη ή εμβάθυνση της ιστορίας είτε στην πιο εποικοδομητική
επικοινωνία με τον θεατή, ή και στα δύο, πάλι μην το νομίζετε.
Υπάρχει βεβαίως η καλή
βαβούρα στο θέατρο γενικά, εφόσον αυτή πηγάζει εκ των έσω, δηλαδή από τα
σπλάχνα του ίδιου του έργου ως ζωτική ανάγκη.
Και υπάρχει ασφαλώς
και η βαβούρα--περιτύλιγμα που αφαιρεί, που συσκοτίζει, που δείχνει έλλειψη
καθαρής και τεκμηριωμένης άποψης. Ναι, στο ίδιο το έργο του Τ. Γουίλιαμς
υπάρχουν οι ηχητικές παρεμβολές, όμως υπάρχουν ως αναγκαιότητα στον βαθμό που
βοηθούν στην καθαρότερη δρομολόγηση των στοχεύσεων του έργου. Εμείς τι είδαμε;
Επί μία και βάλε ώρα η
σκηνοθεσία οδήγησε τους ηθοποιούς σε ένα εξοντωτικό και ανερμάτιστο
ξελαρύγγιασμα, μετατρέποντάς τους σχεδόν σε καρικατούρες. Και ιδίως τις γυναίκες.
Γιατί; Δεν υπήρχε άλλος τρόπος, ας πούμε κατάτι πιο ήπιος, προκειμένου να
δραματοποιήσετε κύριε Τζουμέρκα τους έρωτες, τα πάθη, τη λύσσα, τις έμφυλες
συγκρούσεις και τα μίση αυτής της οικογένειας από αυτό που τελικά καταλήξατε ;
Εδώ μιλάμε για άτομα που ζουν ένα όνειρο (βλ Μπρικ) που συνήθως μετατρέπεται σε
εφιάλτη.
Αυτός είναι ο κόσμος
του Γουίλιαμς σε όλα τα έργα του: εκδοχές ηττημένων της ζωής (όπως η Μπλανς).
Και αυτή η ήττα πιστεύω πως ζητά μια άλλη μεταχείριση ώστε να συγκινήσει. Δεν
το παίζω σκηνοθέτης, αλλά ως αναγνώστης τουλάχιστο αυτό έμαθα έχοντας μελετήσει
εξαντλητικά όλα τα έργα του Γουίλιαμς. Το εξωτερικό παίξιμο είναι το μόνο που
δεν αποδίδει τους επιθυμητούς καρπούς. Η εσωτερικότητα ή τέλος πάντων η διάνοιξη
επιτελεστικών ατραπών που να δείχνουν και προς το εσωτερικό τοπίο, τον ψυχισμό
των χαρακτήρων είναι εν τοις πράγμασι αποδοτικότερη επιλογή. Πώς αλλιώς θα
ζωντανέψουν και να αποκτήσουν σκηνική παρουσία και ορατότητα οι δαίμονες, η
απελπισία, η απώλεια;
Θα καταφύγω σε ένα
παραλληλισμό που πάντα μου αρέσει να χρησιμοποιώ στις κριτικές μου και αφορά τη
δομή μιας παράστασης, την καθαρότητα των στόχων της και τη διαδικασία θέασης.
Λέω, λοιπόν, ότι μια
παράσταση για να είναι πειστική (σε ό,τι αφορά τους στόχους και τα μέσα
επίτευξής τους) και ανεξάρτητα πόσο πειραματική ή συμβατική είναι, πρέπει ο
θεατής να τη βλέπει να μεγαλώνει από σκηνή σε σκηνή, από πράξη σε πράξη από
κάτω προς τα πάνω όπως μεγαλώνει ένα δέντρο. Κάπου πρέπει να έχει τις ρίζες
της. Μόνο έτσι μια παράσταση βγάζει φύλλα, άνθη, καρπούς.
Όταν συμβαίνει το
αντίθετο και μια παράσταση αρχίζει ανάποδα, από πάνω προς τα κάτω, δεν βγάζει
απολύτως τίποτα, γιατί δεν αντλεί από πουθενά χυμούς ώστε να μεγαλώσει και να
καρποφορήσει.
Προσωπικά δεν είδα κάτι
να καρποφορεί μέσα σε όλη αυτή τη λυσσασμένη κατάσταση.
Και ένα τελευταίο.
Γνωρίζω όλο το καστ. Τους περισσότερους τους έχω δει σε πολλές παραστάσεις. Έχω
εικόνα των δυνατοτήτων τους. Και θέλω να τους ζητήσω συγγνώμη που αναγκάστηκα
να φύγω στην τρίτη πράξη. Ως θεατής συνήθως δίνω σε μια παράσταση 25 -30 λεπτά
να με κερδίσει. Εάν δεν τα καταφέρει μέχρι τότε, φεύγω. Τώρα κάθισα δύο
ολόκληρες ώρες γιατί έλεγα στον εαυτό μου, δεν γίνεται, με αυτό το έμψυχο υλικό
κάτι θα αρχίσει να λειτουργεί. Εις μάτην.
Υστερόγραφο 1
Μέσα σε όλη αυτή τη
βαβούρα και τις αστοχίες απομονώνω και αποδίδω τα εύσημα στον Βασίλη Σπυρόπουλο.
Ίσως στην καλύτερή του εμφάνιση. Έπαιξε τα ρέστα του και κέρδισε.
Υστερογραφο 2
Το ΚΘΒΕ έχει έμψυχο
υλικό σε θέση να κάνει σπουδαία πράγματα. Ας το θυμούνται όσοι αναλαμβάνουν να
σκηνοθετήσουν.
Πρώτη δημοσίευση: Facebook 2/12/2023