Γράφω διαρκώς για την ανάγκη να αναπτύξει η Θεσσαλονίκη μια εναλλακτική θεατρική φυσιογνωμία, γιατί ακριβώς το θεωρώ πολύ σημαντικό κεφάλαιο για τη θεατρική ζωή του τόπου. Πολλές φορές γκρινιάζουμε για την ποιότητα που προσφέρει το αποκαλούμενο ως "καθιερωμένο" θέατρο ή "mainstream", και ξεχνάμε ότι για να έχει ένας τόπος καλό θέατρο (οποιασδήποτε κοπής) προϋποθέτει και την ύπαρξη ενός χώρου off off. Όσο και να ακούγεται αντιφατικό, το εναλλακτικό θέατρο είναι ο δοκιμαστικός σωλήνας του κατεστημένου. Από πού αλλού θα αντλήσει ιδέες, ταλέντα, καινούργιες προτάσεις; Και νομίζω πως ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η θεατρική Θεσσαλονίκη είναι ακριβώς, όπως είπα, η απουσία ενός τέτοιου θεάτρου.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν μικρά και υποσχόμενα σχήματα. Βεβαίως υπάρχουν. Όμως, δυσκολεύομαι να τα εντάξω σε αυτό που εγώ θεωρώ ως εναλλακτικό, που είναι το σχήμα (ή το άτομο) εκείνο το οποίο, με συνέπεια, επιμονή, έρευνα, συνεχή ενημέρωση, αναζήτηση, δοκιμή και δοκιμασία ολοκληρώνει δρώμενα τα οποία αναγκάζουν το βλέμμα του θεατή να επανατοποθετηθεί και να επαναξιολογήσει την έννοια της θεατρικής εμπειρίας και απόλαυσης.
Ανοικτή σκηνή
Με όλα αυτά υπόψη, σαφώς και στηρίζω θεσμούς όπως η «Ανοικτή Σκηνή» του Δήμου Θεσσαλονίκης. Θα έλεγα μάλιστα πως θα ήταν ευχής έργον εάν είχαμε ανάλογα εγχειρήματα και από άλλους φορείς.
Έχοντας δει τις περισσότερες από τις παραστάσεις που παρουσιάστηκαν κυρίως στο «Άνετον» τα τελευταία τέσσερα χρόνια (όσο και η διάρκεια του θεσμού), διαπιστώνω ότι κάθε χρόνο υπάρχει μια μικρή βελτίωση στην ποιότητα. Πράγμα ενθαρρυντικό, όχι όμως αρκετό. Απέχουμε πολύ από το να λέμε ότι έχουμε δημιουργήσει επιτέλους κάποια βιώσιμη εναλλακτική σκηνή. Για να γίνει αυτό χρειάζεται από όλους επιμονή, ενημέρωση, φαντασία, πίστη, τόλμη.
Το θετικό με τέτοιες πρωτοβουλίες είναι ότι τουλάχιστον έτσι δίνεται η ευκαιρία σε όσους (κυρίως «άστεγους») θεωρούν ότι έχουν κάτι καλό να δείξουν να μας πείσουν ότι ξέρουν τι σημαίνει πειραματίζομαι, τι σημαίνει δοκιμάζω τα όριά μου, τι σημαίνει αντιπροτείνω. Διαφορετικά, δεν βλέπω κανένα λόγο να πάω να δω μια νέα ομάδα που ακόμη ψάχνεται να μου δώσει ακριβώς ό,τι μου δίνει και το θέατρο mainstream, και μάλιστα σε μια σαφώς υποδεέστερη εκδοχή. Από τη νέα ομάδα απαιτώ το ευχάριστο ξάφνιασμα, την ανατροπή, τη ματιά προς το μέλλον κι όχι το ξαναζέσταμα ήδη γνωστών συνταγών.
kontakt
Αυτά ως γενικό σχόλιο και με αφορμή την τελευταία δουλειά μιας ομάδας που εδώ και κάποια χρόνια παλεύει σε εναλλακτικούς χώρους, με διακριτικότητα, επιμονή, υπομονή αλλά και αισθητική συνέπεια. Είναι η ομάδα της Σμαρώς Πλατιώτη, Κontakt ensemble, τίτλος ενδεικτικός και της σύνθεσης αλλά και των αισθητικών προσανατολισμών της, που είναι η καλλιέργεια των δυνατοτήτων του επιτελεστικού σώματος.
Δεν έχω άποψη για όλες τις δουλειές της ομάδας. Απ’ αυτές που είδα κάποιες μου άρεσαν αρκετά, σε κάποιες είδα μετέωρες υποσχέσεις και σε κάποιες εγγενείς αδυναμίες. Σε όλες όμως είδα την αγωνία της αναζήτησης. Και αυτό το προσμετρώ στα υπέρ.
Ψάχνοντας ουσίες
Η Κανελόριζα, το τελευταίο εγχείρημα της ομάδας (το είδα στο Αλατζά Ιμαρέτ), είναι το αποτέλεσμα της συνεργασίας της με μια άλλη ενδιαφέρουσα εναλλακτική ομάδα, τη SourliBoom της Βαλεντίνας Παρασκευαϊδου. Αν και ομάδες αισθητικά διαφορετικές, κατάφεραν να συναντηθούν εκεί όπου τελειώνει το δράμα και αρχίζει το μεταδραματικό, εκεί όπου η φωνή και η κίνηση, άλλοτε ως κάτι αυτόνομο και άλλοτε ως μέρος ενός συνθετικού όλου, δίνουν τη δική τους περφόρμανς. Ρυθμός και μουσικότητα του λόγου συναντούν την εκφραστική ρυθμικότητα του σώματος σε μια ευεργετική συντέλεση.
Η Πλατιώτη, αναζητώντας λύσεις, επέλεξε να κινηθεί κάθετα, ώστε να δώσει σκηνική ορατότητα σε καταστάσεις που δύσκολα εκφράζει η γραμμικότητα του λόγου. Εστίασε τη σκηνοθετική της μπαγκέτα στο σώμα, όχι το όποιο σώμα αλλά το σώμα που βιώνει ξεχωριστές στιγμές, όπως είναι το σώμα που ερωτεύεται, που μοιρολογεί, που παθιάζεται, που πεθαίνει, με σαφή πρόθεση να ολοκληρώσει ένα ταξίδι στο βάθος, στις ουσίες και τις ρίζες κάποιων πραγμάτων που η λογική αδυνατεί να ερμηνεύσει, έχοντας ως αρωγό-συνοδοιπόρο επιλεγμένα κείμενα, ποιήματα και τραγούδια (από τη Θράκη, τη Μικρά Ασία τη Μακεδονία, την Κάρπαθο, την Κύπρο και την Κάλυμνο).
Ενστάσεις
Ομολογώ πως γενικά πέρασα καλά, ιδίως στις στιγμές εκείνες όπου οι ήχοι και η κίνηση με ταξίδευαν σε μέρη μακρινά, σε ανοικτές θάλασσες, σε χώρους άγνωστους. Αλλά υπήρχαν και στιγμές που με επανέφεραν στη θέση μου, στιγμές «καθισμένες». Βέβαια δεν είμαι ο κατάλληλος να υποδείξω σκηνικές λύσεις. Μιλώντας αποκλειστικά με την ιδιότητα του θεατή, αισθάνθηκα ότι το όλον είχε ακόμη ρωγμές που έπρεπε να κλείσουν ώστε να μην διαχέεται η θερμότητα που εξέπεμπαν προς την «πλατεία» τα δρώμενα. Οι κατά τόπους αρρυθμίες δημιουργούσαν χάσματα ανάμεσα στους ήχους και την κίνηση των σωμάτων. Επίσης, περίμενα σε ορισμένες στιγμές μια πιο ευφάνταστη λειτουργία της χωρικής γεωμετρίας των σωμάτων. Κάποιοι σχηματισμοί δεν είχαν την απαιτούμενη πλαστικότητα, φαντασία και ευελιξία. Υπήρχε κάποιο σφίξιμο που εάν ξεπεραστεί στην πορεία, πιστεύω ότι θα απελευθερωθεί η κίνηση και θα αποκτήσει περισσότερη εσωτερικότητα και εκφραστικότητα και κατά συνέπεια περισσότερη γοητεία.
Συμπέρασμα: Πυριαλάκος, Αλεξίου, Νούτσου (τραγούδι), Γκίτση, Κώτσος, Δίγκα, Πανόπουλος (αφήγηση/χορός) δημιούργησαν μια ατμόσφαιρα περφόρμανς η οποία, παρόλες τις επί μέρους «κοιλιές», είχε καλά στοιχεία. Δείτε την όταν σας δοθεί η ευκαιρία. Είναι μια άλλη ματιά στο θέατρο.
Πρώτη δημοσίευση: Παράλλαξη 3/04/2015